Τα ψηλά κτίρια μπορούν να θεωρηθούν ως πολύτιμα κομμάτια ακίνητης περιουσίας, έργα τέχνης ή σύμβολα κύρους. Για τον David Malott, ιδρυτικό στέλεχος της αρχιτεκτονικής εταιρείας AI με έδρα τη Νέα Υόρκη και Πρόεδρος του Συμβουλίου για τα Ψηλά Κτίρια και το Αστικό Περιβάλλον, τα κτίρια αυτά δεν είναι τίποτα λιγότερο από το μέλλον της ανθρωπότητας.
«Σε επίπεδο πλανήτη, καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται, θα πρέπει να μειώσουμε το αποτύπωμα του πολιτισμού», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η αστικοποίηση, όπως επισημαίνει ο Malott, εξακολουθεί να υφίσταται ως παγκόσμια τάση. Ακόμα και στον ανεπτυγμένο κόσμο, οι πόλεις που κάποτε βίωναν την παρακμή της μετακατασκευαστικής εποχής, τώρα αναγεννιούνται καθώς καθίστανται τεχνολογικά κέντρα με οικονομίες που βασίζονται στην παροχή υπηρεσιών. «Οι άνθρωποι θέλουν να ζήσουν στις πόλεις ξανά. Εκεί βρίσκεται όλη η ενέργεια. Εκεί βρίσκονται όλες οι ευκαιρίες.»
Καθώς οι νεοαφιχθέντες μετακομίζουν στον αστικό ιστό, ο πιο αποδοτικός τρόπος, από ενεργειακή και οικονομική άποψη, για να στεγαστούν τόσο εκείνοι όσο και οι επιχειρηματικές δραστηριότητες που φέρνουν μαζί τους είναι η κατακόρυφη στέγαση σε ψηλά και υπερ-ψηλά κτίρια (με ύψος άνω των 300 μέτρων) που συνδέονται άμεσα με τα μέσα μεταφοράς και άλλες υποδομές, αναφέρει ο Malott. Το γεγονός αυτό έχει ήδη οδηγήσει στην αύξηση των κατασκευών κτιρίων μεγάλου ύψους, καθώς και στην εκδήλωση μεγάλου ενδιαφέροντος μεταξύ των τεχνολόγων ως προς το πώς να κατασκευάσουν τα ψηλότερα, εξυπνότερα και πιο φιλικά στον χρήστη κτίρια από οποιαδήποτε άλλη εποχή.
«Νομίζω ότι βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή αυτής της τάσης. Έχουν κατασκευαστεί περισσότερα ψηλά κτίρια τα τελευταία 20 έτη από ότι τα προηγούμενα 100 χρόνια και ο ρυθμός κατασκευής τους φαίνεται ότι επιταχύνεται διαρκώς. Η συνολική τάση φαίνεται να κινείται προς τα πάνω και όχι προς τα έξω», αναφέρει.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΝΕΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ
Από μηχανικής άποψης, ο Malott αναφέρει ότι μπορούμε σύντομα να επιτύχουμε την ανέγερση κτιρίων με ένα μίλι ύψος (1.600 μέτρα) χρησιμοποιώντας την ίδια βασική τεχνολογία που εφαρμόζεται τα τελευταία 40 έτη. Οι σταδιακές βελτιώσεις σε χάλυβα και σκυρόδεμα, καθώς και στα κατασκευαστικά υλικά επιλογής, έχουν διευρύνει τα όρια όσον αφορά το ύψος κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Ωστόσο, η υπέρβαση του τρέχοντος ορίου θα απαιτούσε να σημειωθεί ένα «τεράστιο άλμα στην καινοτομία», σύμφωνα με τον ίδιο.
Ως ένα τέτοιο παράδειγμα προόδου, ο Malott αναφέρει την εμφάνιση του UltraRope της ΚΟΝΕ, την αντικατάσταση δηλαδή του ατσάλινου συρματόσχοινου ανελκυστήρων με ανθρακόνημα.
Θεωρεί ότι και άλλες ριζοσπαστικές εξελίξεις θα πραγματοποιηθούν σε ένα ή δύο χρόνια, και θα αφορούν επίσης τη μετάβαση από τον χάλυβα και το σκυρόδεμα σε οργανικά υλικά με βάση τον άνθρακα. Ένα παράδειγμα αποτελεί το ανανεωμένο ενδιαφέρον για το ξύλο, και συγκεκριμένα το ξύλο σε συνδυασμό με το σκυρόδεμα, για τη δημιουργία σύνθετων οικοδομημάτων ως κατασκευαστικό υλικό για την ανέγερση ψηλών κτιρίων. Αναφέρει ότι το υλικό αυτό έχει ήδη χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία κτιρίων έως και 20 ορόφων.
Ομοίως, πρόοδος έχει σημειωθεί όσον αφορά τη χρήση θρυμματισμένων στελεχών μανιταριών αναμεμειγμένων με ροκανίδια ξύλου ως σκληρυμένο μονωτικό υλικό. Ο Malott προβλέπει ότι αργότερα στο μέλλον, ίσως σε μια δυο δεκαετίες, τα κτίρια θα περιέχουν υφάσματα με ενσωματωμένα βακτήρια τα οποία μπορούν να αντιδράσουν στη θερμότητα με το να γίνουν πορώδη.
«Είναι πολύ πιο βιώσιμη η ανάπτυξη των υλικών παρά η εξόρυξή τους και είναι πιο βιώσιμη η νηματοποίηση για ισχυρότερα οικοδομήματα από ό,τι είναι η τήξη χάλυβα», αναφέρει.
«Θέλω να επουλώσω και να αποκαταστήσω τον πλανήτη μας, επειδή έχουμε ξεπεράσει το σημείο που απλά διατηρούμε αυτά που έχουμε. Πρέπει να κάνουμε κάτι ριζοσπαστικά διαφορετικό. Η καλλιέργεια και η συγκομιδή καλλιεργειών σε κτίρια σίγουρα θα αποτελεί πρακτική που θα εφαρμόζεται στο μέλλον.»
ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΡΙΟ;
Στον κόσμο των ψηλών κτιρίων, οι εξελίξεις που έχουν συντελεστεί στα κατασκευαστικά υλικά και το λογισμικό σχεδιασμού σίγουρα θα διευρύνουν τα όρια του ύψους ακόμα περισσότερο. Πρόκειται για μια διαδικασία που θα ωθήσει την καινοτομία, καθώς οι σχεδιαστές είναι αναγκασμένοι να βρουν λύσεις σε νέα προβλήματα. Αποτελεί όμως αυτό καλή στρατηγική; Ποιο ύψος είναι ικανοποιητικό;
«Μπορεί πάντα να υπάρχει η επιθυμία για δημιουργία συμβόλων και κατασκευές κτιρίων που να είναι ψηλότερα από τα προηγούμενα, αλλά, από ένα σημείο και έπειτα, δεν είναι αυτό που χρειαζόμαστε», λέει χαρακτηριστικά ο Malott. Δεν πιστεύει ότι η κυρίαρχη τάση του μέλλοντός μας βρίσκεται σε αυτά τα γιγάντια έργα, αλλά στα συγκροτήματα κτιρίων ύψους 300 έως 500 μέτρων.
Όπως εξηγεί, τα οφέλη της αποδοτικότητας που προήλθαν από το στοίβαγμα ανθρώπων σε ουρανοξύστες εξουδετερώθηκαν, καθώς προέκυψαν άλλα προβλήματα, μεταξύ άλλων, η ανάγκη των χρηστών να χρησιμοποιούν ανελκυστήρα δύο ή περισσότερες φορές για να ανέβουν στους επάνω ορόφους.
Επίσης, υφίστανται και άλλου είδους περιορισμοί από άποψη ψυχολογίας και φυσιολογίας. Για παράδειγμα, οι ένοικοι των επάνω ορόφων αισθάνονται συχνά κλειστοφοβία, επειδή δεν μπορούν να ανοίξουν τα παράθυρα και να έχουν πρόσβαση σε εξωτερικούς χώρους. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τέτοιου είδους προβλήματα, οι αρχιτέκτονες πρέπει να σχεδιάσουν κήπους και άλλους εξωτερικούς χώρους στους ουρανοξύστες σε ύψος που να προστατεύονται από τους ανέμους. Η εκκένωση λόγω πυρκαγιάς αποτελεί άλλο ένα πρόβλημα, όταν εμπλέκονται πάρα πολλές σκάλες. Τα κτίρια μπορούν να σχεδιαστούν με έναν διαμερισματοποιημένο τρόπο, ο οποίος θα κάνει την εκκένωση περιττή, ωστόσο, μπορεί να μην κάνει τους ένοικους να αισθάνονται ασφαλείς.
ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΧΡΗΣΤΗ
Ευτυχώς, η ανάπτυξη ψηλών κτιρίων δεν αφορά μόνο την καταγραφή νέων ρεκόρ ύψους, αλλά και το να καταστήσει τα κτίρια καθεαυτά πιο ικανά, με τη βοήθεια της βελτιωμένης ισχύος των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Ο Malott προβλέπει ότι, καθώς η μηχανική μάθηση και η τεχνητή νοημοσύνη εξελίσσονται, οι υπολογιστές, που παλαιότερα αποτελούσαν τα αρχιτεκτονικά εργαλεία, τώρα θα γίνουν καλύτερα από τον αρχιτέκτονα όσον αφορά την εκτέλεση επαναλαμβανόμενων εργασιών σχεδιασμού. Ο ρόλος του αρχιτέκτονα θα μετατοπιστεί εστιάζοντας στην εμπειρία των χρηστών, ένας παράγοντας που θα ενισχυθεί αφ’ εαυτού από τη βελτίωση της τεχνολογίας των αισθητήρων. Σύμφωνα με τον Malott, πλήθος αισθητήρων, οι οποίοι πλέον είναι φθηνότεροι και καλύτεροι από ποτέ άλλοτε, θα ενεργούν ως το κεντρικό νευρικό σύστημα των κτιρίων, κάνοντας τα κτίρια να έχουν μια πολύ πιο δυναμική αντίδραση σε σχέση με το παρελθόν.
Όχι μόνο τα κτίρια θα είναι σε θέση να υπολογίζουν και να προσαρμόζονται στις αλλαγές του φωτός ή να ελέγχουν τη δομική σταθερότητα, αλλά επίσης θα γνωρίζουν τους χρήστες τους προσφέροντας στον καθένα μια εξατομικευμένη εμπειρία, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Malott. «Πρόκειται να υπάρχει μια πιο στενή σύνδεση μεταξύ του κτιρίου και του χρήστη. Όπως ακριβώς ισχύει με τις εφαρμογές και τη μουσική μας, τα κτίρια θα είναι σε θέση να προσαρμόζονται σε κάθε μεμονωμένο χρήστη και αυτό πρόκειται να αλλάξει τελείως τα δεδομένα.»